Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

Το γιοφύρι της Αρτας

(εδώ)
Έβρεχε ασταμάτητα όταν σταμάτησα
βενζίνη για να βάλω στο κωλάμαξο
Το τζάμι άνοιξα ηλεκτρονικά να μη βραχώ
κι είπα σ ένα παιδί γύρω στα είκοσι
είκοσι να μου βάλει
Εβαλε τη βενζίνη κι ήταν μούσκεμα
οταν με ρώτησε
‘”φεντικό ν αλλάξω τους καθαριστήρες..”
του είπα ναι κι όπως τον έλουζε η βροχή
σκεφτόμουνα πως θα περάσω ωραία
κει όπου πήγαινα και ταυτοχρόνως
μούρθε η θλίψη χειρότερη στο μαύρο
από τον μαύρο ουρανό και το παιδί
το χαμογελαστό πούδινε εξετάσεις
μπρος στ αφεντικό του…
απ το Μπεράτι, η το Φιέρι ή το Ελμπασάν
δείχνοντας δόντια κάτασπρα στον καπιταλιστή καριόλη
μου φάνηκε πως ήταν, σαν τον Χριστό Μεγάλη Πέμπτη
πάνω στο σταυρό
γαμώ γαμώ γαμώ, ετούτη τη στιγμή που μούλαχε
σκέφτηκα τη μανούλα του
να λέει στη γειτόνισσα
“το Πάσχα θα γυρίσει κι ο μικρός μου απ τα ξένα..”
κόρναρε πίσω μου ο επόμενος πελάτης
κι ήθελα να του πω, να βγω μες στη βροχή
και να φωνάξω, να του το πω ξεκάθαρα
πόσο παιδάκια στο ποτάμι πνίξαμε
μέχρι να γίνει τούτη η γέφυρα
που όχθες δεν ενώνει πουθενά
γαμώ τη Βόλβο σου μαζί με τα Βαλκάνια μαλάκα….
 
του Ηλία Κουτσούκου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εδώ θα αφήνετε σχόλια και... σχολιανά